domika.gr

A+ A A-

Η διείσδυση των υδάτων και των υδρατµών στα δοµικά υλικά προκαλεί µεγάλες φθορές όπως:

• Διάβρωση και αποσάθρωση των υλικών
• Χηµική διάβρωση και οξείδωση του σιδηρού οπλισµού του σκυροδέµατος
• Δηµιουργία εξανθηµάτων και κηλίδων
• Ανάπτυξη χλωρίδας, λειχηνών και µηκυτών
• Κινήσεις στη µάζα των υλικών

Πολλές από τις άνω φθορές οφείλονται στην άµεση επίδραση της υγρασίας σε συνάρτηση µε τις φυσικές και χηµικές ιδιότητες του νερού και σε σχέση µε τις αντίστοιχες ιδιότητες των υλικών. Η
διαλυτική δράση του νερού, που είναι ο πλέον διαδεδοµένος και ισχυρός διαλύτης στη φύση, εµφανίζεται µετά από παρατεταµένη επίδρασή του.
Μία άλλη παράµετρος που θα πρέπει να ληφθεί υπ’όψιν είναι τα προβλήµατα της διείσδυσης του νερού από την σηµαντική αύξηση του όγκου του (κατά 10%) από την επίδραση του παγετού όταν µετατρέπεται από υγρή σε στερεά µορφή. Η καταστροφική επίδραση από την παρουσία παγετού είναι συνάρτηση του πορώδους εκάστου υλικού και της ποσότητας του νερού που έχει απορροφηθεί.
Ένα από τα πιο σηµαντικά ζητήµατα που αντιµετωπίζει ένας κατασκευαστής κατά την διαµόρφωση µιας δεξαµενής νερού είναι η στεγάνωσή της, όχι µόνο για την προστασία της από τις παραπάνω φθορές αλλά και για την αποφυγή διαρροών του αποθηκευµένου ύδατος. Οι απαιτήσεις που πρέπει να ικανοποιεί, διαφοροποιούνται ανάλογα µε το αν πρόκειται για υπόγεια ή υπέργεια κατασκευή. Και για τις δύο περιπτώσεις βέβαια πρέπει να είναι κατάλληλη για εφαρµογή σε δεξαµενές πόσιµου ύδατος

Στην περίπτωση υπόγειας δεξαµενής η στεγανωτική στρώση θα πρέπει:

• Να εξασφαλίζει, όχι µόνο να µην υπάρχουν διαρροές νερού από την δεξαµενή προς τα έξω, αλλά και αντιστρόφως, να µην υπάρχουν εισροές νερού από το έδαφος που την περιβάλλει προς τα µέσα.
• Να έχει ισχυρή πρόσφυση στα τοιχώµατα της δεξαµενής ώστε να αντέχει σε αρνητικές πιέσεις που αναπτύσσονται όταν εκκενώνεται η δεξαµενή και υπάρχει στο περιβάλλον έδαφος υδροφόρος ορίζοντας, έστω και προσωρινός.

Σε περίπτωση υπέργειας δεξαµενής η στεγανωτική στρώση θα πρέπει:

• Να είναι αποτελεσµατική ώστε µα µην υπάρχουν διαρροές,
• Να έχει επαρκή ελαστικότητα ώστε να αντέχει στις συστολοδιαστολές των τοιχωµάτων και του πυθµένα της δεξαµενής λόγω του ότι είναι εκτεθειµένη στις θερµοκρασιακές µεταβολές του περιβάλλοντος.

ΘΕΜΑΤΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

Για την αποτελεσµατική υγροµόνωση των εξωτερικών τοιχίων υπογείων µπορούν να εφαρµοστούν
εξωτερικά τα τσιμεντοειδή.

Στεγάνωση µε τσιμεντοειδή

Τα τσιμεντοειδή είναι στεγανωτικό επίχρισµα για σκυρόδεµα, αργιλότουβλο & τσιµεντόλιθους τοιχοποιίας, προκατασκευασµένα πετάσµατα ή πανέλα. Αποτελείται από τσιµέντο, αδρανή και ειδικά πρόσθετα που προσδίδουν στο προϊόν στεγανωτικές ιδιότητες. Είναι κατάλληλο για χρήση εξωτερικά και εσωτερικά του τοιχίου πάνω στις ακόλουθες επιφάνειες: σκυρόδεµα, λιθοδοµή, τσιµέντο, τσιµεντοκονίαµα.

Εφαρµογές

• Στεγανωτικό επίχρισµα εξωτερικών τοίχων
• Υπόγεια που υφίστανται υδραυλική πίεση από το νερό
• Σε θεµέλια, για στεγανοποίηση και προστασία του σκυροδέµατος από βλάβες εξαιτίας του νερού.
• Στεγανωτικό επίχρισµα για τσιµεντόλιθους και προκατασκευασµένα πετάσµατα ή πανέλα
• Διακοσµητικό, στεγανοποιητικό τελείωµα για σιλό και πύργους ψύξης σε θερµοηλεκτρικές µονάδες παραγωγής.
• Στεγανοποίηση αρδευτικών καναλιών
• Στεγανωτικό επίχρισµα φραγµάτων και τοίχων αντιστήριξης.
• Προστασία και στεγανοποίηση σκυροδέµατος σε µονάδες επεξεργασίας νερού.
• Στεγανοποίηση σηράγγων και φρεατίων.
• Στεγανοποίηση πισινών.
• Στεγανοποίηση και επίχρισµα για δεξαµενές πόσιµου νερού.

Πλεονεκτήµατα

• Το επίχρισµα επιτρέπει την εφίδρωση της βάσης και έτσι εξουδετερώνει τους υδρατµούς.
• Μια τελική στρώση του υλικού MAXSEAL µπορεί να επιστρωθεί για την βελτίωση της στεγανοποίησης ή και σε περίπτωση απουσίας του διακοσµητικού τελειώµατος της επιφάνειας.
• Είναι ένα αυθεντικό στεγανοποιητικό επίχρισµα για εξωτερικές επιφάνειες που είναι εκτεθειµένες στις καιρικές συνθήκες.
• Για εφαρµoγές σε εσωτερικούς χώρους, ιδιαίτερα σε υπόγεια, το επίχρισµα αντέχει στην υδροστατική πίεση των υπόγειων υδάτων.
• Είναι εύκολο στη χρήση και το κόστος συντήρησης είναι σχεδόν ανύπαρκτο.
• Είναι ανθεκτικό στα διαβρωτικά αποτελέσµατα του αλµυρού νερού και στην ατµοσφαιρική ρύπανση.
• Μεγαλύτερη διάρκεια ζωής από ακρυλικά χρώµατα και άλλα επιχρίσµατα.
• Όταν πήξει µπορεί να περαστεί από πάνω µε ακρυλικό χρώµα. Επίσης µπορεί να καλύπτεται µε πλακάκια, όπως σε πισίνες ή σε διακοσµητικές παραστάσεις εξωτερικών χώρων.
• Καµία τοξική επίδραση στο πόσιµο νερό.


ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ:

Ιδανική θερµοκρασία εφαρµογής: 15-20 0C
Ζεστός καιρός: όταν επικρατούν θερµοκρασίες περιβάλλοντος άνω των 20 0C η επιφάνεια εφαρµογής πρέπει να διαβρέχεται πριν την τοποθέτηση . Εάν διαπιστωθεί ότι η διαδικασία στεγνώµατος είναι ταχεία,
συνίσταται η διαβροχή της επιφάνειας ακόµα και µετά την εφαρµογή του
Κρύος καιρός: Μην εφαρµόζεται το τσιμεντοειδή όταν επικρατούν θερµοκρασίες περιβάλλοντος χαµηλότερες των 5 0C ή εάν αναµένονται θερµοκρασίες τέτοιου ύψους εντός 24 ωρών από την
εφαρµογή του προιόντος.


ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ: Η επιφάνεια στην οποία θα τοποθετηθεί το τσιμεντοειδή πρέπει να είναι σταθερή και καθαρή, δηλαδή χωρίς οποιοδήποτε ίχνος χρώµατος, χηµικών,
λιπαρότητας, ελαίων που ξεφλουδίζουν, σκόνης, γυψοσοβά κ.λ.π.
Προτεινόµενες µέθοδοι καθαρισµού της επιφάνειας είναι η ρίψη νερού υπό πίεση ή η αµµοβολή.
Μην εφαρµόζετε το προϊόν σε παγωµένες επιφάνειες.
Οποιαδήποτε ζηµιά είτε ελάττωµα στο σκυρόδεµα πρέπει να επισκευάζεται πριν την τοποθέτηση του
προϊόντος. Οι ρωγµές θα πρέπει να ανοίγονται σε βάθος 2 cm.
Οι επισκευές µπορούν να γίνουν µε τα µη συρρικνούµενα και υψηλής µηχανικής αντοχής
επισκευαστικά κονιάµατα
Πλύντε σχολαστικά την επιφάνεια πριν την εφαρµογή του προϊόντος αλλά µην αφήνεται στάσιµο νερό
επάνω της.
ΕΡΓΑΛΕΙΑ: Τοποθετείται είτε µε βούρτσα µε ίνες είτε µε σκούπα, είτε µε µυστρί. Για µεγάλες επιφάνειες συνίσταται η τοποθέτηση του προϊόντος µε
ψεκασµό ( προτεινόµενο µπέκ διαµέτρου 3 – 4 mm και πίεση ψεκασµού 3,5 – 5 bar ).
Το µυστρί χρησιµοποιείται για εργασίες που απαιτούν περισσότερο λείο φινίρισµα. Αµέσως µετά το πέρας της εργασίας τα εργαλεία θα πρέπει να πλένονται.

Οι ρητίνες αποτελούν µία από τις σηµαντικότερες κατακτήσεις της τεχνολογίας, µετά την αλµατώδη
εξέλιξη της χηµείας τα τελευταία πενήντα χρόνια. Η παρασκευή των ρητινών απαιτεί πολύ καλές
γνώσεις χηµείας και είναι αρκετά πολύπλοκη. Οι διαδοχικές επεξεργασίες του, απαιτούν σοβαρές
βιοµηχανικές εγκαταστάσεις, καθώς και εξειδικευµένο τεχνικό και επιστηµονικό προσωπικό.
Οι βασικές ρητίνες αποτελούνται από ένα συνδυασµό άνθρακος µε οξυγόνο, άζωτο, χλώριο, φθόριο
και σιλικόνες και άλλα συστητικά, όπως πλαστικοποιητές, χρωστικές ουσίες, που χρησιµοποιούνται
για να αποκτήσουν τις ιδιότητες που απαιτούνται για τις διάφορες δοµικές χρήσεις.
Με βάση την ανάµειξη των κατάλληλων υλικών, οι χηµικοί πέτυχαν να παράγουν υλικά που έχουν την
σκληρότητα της πέτρας, τη διαφάνεια των υαλοπινάκων, την ελαστικότητα του ελαστικού,
σταθερότητα των διαστάσεών τους, καθώς και µεγάλη αντοχή στη διάβρωση και την υγρασία. Επίσης
έχουν µεγάλη αντοχή στις επιδράσεις των υπεριωδών ακτίνων του ήλιου, τις επιπτώσεις από την
µόλυνση του περιβάλλοντος, τους λοιπούς δυσµενείς, αποσαθρωτικούς και διαβρωτικούς παράγοντες
αυτού.

ΧΡΗΣΕΙΣ:
• Χρησιµοποιείται σαν βελτιωτική ρητίνη σε κονίες δαπέδων.
• Σαν βελτιωτική ρητίνη επιχρισµάτων.
• Σαν βελτιωτική ρητίνη σε κονιάµατα τοιχοποιίας.
• Σε κονία για συγκόλληση νέου µε παλαιό µπετόν.
• Σαν βελτιωτική ρητίνη σε επισκευαστικά σκυροδέµατος.
• Ως βελτιωτική ρητίνη σε στεγανωτικά τσιµεντοειδή και κόλλες κεραµικών πλακιδίων κλπ.

Η έννοια “µη βατό δώµα” εκφράζει την αδυναµία του δώµατος να επιτρέπει βαριά κυκλοφορία επί αυτού, όπως αυτή αναφέρεται στα βατά δώµατα αλλά δεν αποκλείει την επισκεψιµότητα του δώµατος από τεχνικούς, συντηρητές κτλ. Αν το δώµα δεν προβλέπεται να χρησιµοποιηθεί σαν χώρος παραµονής προσώπων ή µεταφορά αντικειµένων ή µηχανηµάτων ή κάποιας άλλης χρήσης που προϋποθέτει αντοχή σε µεγάλη καταπόνηση, τότε δεν είναι απαραίτητη η δηµιουργία στρώσης προστασίας ή κυκλοφορίας σαν τελευταίας στρώσης του δώµατος. Στην περίπτωση µη βατών δωµάτων πρέπει να εξασφαλίζεται η προστασία της στεγανωτικής στρώσης µε τη χρησιµοποίηση σαν τελευταίας ασφαλτικής µεµβράνης που να έχει επιφανειακή προστασία (ορυκτές ψηφίδες ή φύλλο αλουµινίου) ή µε χρήση στρώσης χαλικιών.
Η προκατασκευσµένη επιφανειακή προστασία έχει σαν στόχο την προστασία του ασφαλτικού µίγµατος από την υπεριώδη ακτινοβολία και το όζον της ατµόσφαιρας καθώς και κάθε άλλο παράγοντα που µπορεί να επιταχύνει τη γήρανση της στεγανωτικής στρώσης. Τα τελευταία χρόνια σε µεγάλο ποσοστό προτιµάται επιφανειακή προστασία των ασφαλτικών µεµβρανών µε ορυκτές ψηφίδες.

ΘΕΜΑΤΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

Κριτήρια επιλογής ασφαλτικών µεµβρανών
Τις προηγούµενες δεκαετίες η υγροµόνωση µε προκατασκευασµένα ασφαλτικά φύλλα, γινόταν µε την µέθοδο των πολλαπλών στρώσεων ασφαλτικών φύλλων ή µε τη χρήση ρευστής ασφάλτου. Την τελευταία δεκαετία γίνεται υγροµόνωση επιφανειών µε δύο ή µε µία και µόνη στρώση ασφαλτικού φύλλου. Αυτό οφείλεται κύρια σε δύο λόγους :

α. Τη βελτίωση της ποιότητας των ασφαλτικών µιγµάτων µε την προσθήκη ειδικών υλικών, που συντελούν στην αύξηση της διάρκειας ζωής και τη βελτίωση των χαρακτηριστικών τους, µε αποτέλεσµα τη µεγαλύτερη αξιοπιστία της υγροµόνωσης διπλής ή και µονής στρώσης.

β. Τις τεχνικές βελτίωσης των γραµµών παραγωγής προκατασκευασµένων ασφαλτικών φύλλων, που είχαν σαν αποτέλεσµα τη χρησιµοποίηση οπλισµών µε υψηλά τεχνικά χαρακτηριστικά και την παραγωγή φύλλων µεγάλου πάχους.

Υγροµόνωση µιας στρώσης

Χαρακτηρίζεται από την χρήση ενός και µόνου ασφαλτικού φύλλου υψηλών προδιαγραφών (πολύ
καλά τεχνικά χαρακτηριστικά, µεγάλο πάχος)

Υγροµόνωση διπλής στρώσης ή πολλαπλών στρώσεων

Χαρακτηρίζεται από τη δηµιουργία υγροµονωτικού συστήµατος µε δύο (2) ή περισσότερες στρώσεις, προκατασκευασµένων ασφαλτικών φύλλων, µε πιθανά διαφορετικό πάχος, διαφορετικό οπλισµό, διαφορετικές επικαλύψεις, έτσι ώστε το τελικό αποτέλεσµα να αποτελεί αξιόπιστη λύση. Η χρήση δύο στρώσεων αποτρέπει κινδύνους που παρουσιάζονται από κακή εφαρµογή στην αλληλοεπικάλυψη των φύλλων και βελτιώνει τη διάρκεια ζωής του συστήµατος. Η τεχνική αυτή εφαρµόζεται συνήθως µε ασφαλτικά φύλλα που παράγονται µε ασφαλτικό µίγµα ασφάλτου-πολυµερών.

Προβλήµατα στις υγροµονώσεις

Τα προβλήµατα που παρουσιάζονται στις υγροµονώσεις µε προκατασκευασµένα ασφαλτικά φύλλα οφείλονται τόσο στην ποιότητα των υλικών που χρησιµοποιούνται όσο και στην µη τήρηση των κανόνων σωστής εφαρµογής. Τα σηµαντικότερα προβλήµατα µπορεί να απαριθµηθούν και να διευκρινισθούν σύµφωνα µε την ακόλουθη ανάλυση.

Ενώσεις ασφαλτικών φύλλων (αλληλοεπικαλύψεις).
Αποτελούν σηµαντικό πρόβληµα και ένα µεγάλο ποσοστό αστοχιών προέρχεται από κακή ποιότητα των ενώσεων. Είναι προφανές ότι
αποτελούν ευπαθές σηµείο της υγροµόνωσης και πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή κατά την εφαρµογή.

Μεταβολή των διαστάσεων (συστολή).
Είναι φαινόµενο που παρουσιάζεται µε ασφαλτικά φύλλα εφαρµοσµένα όταν ο οπλισµός δεν είναι καλής ποιότητας και η συρρίκνωσή του δεν είναι µέσα στα
επιτρεπτά όρια. Παρουσιάζεται συνήθως σε ασφαλτικά φύλλα που έχουν οπλισµό πολυεστερικό ύφασµα όχι µε ιδιαίτερη σταθερότητα διαστάσεων.

Διάτρηση της υγροµόνωσης.
Οφείλεται σε µηχανικές καταπονήσεις είτε κατά τη διάρκεια της εφαρµογής είτε µεταγενέστερα στην έτοιµη υγροµόνωση. Ο κίνδυνος ελαχιστοποιείται µε την
χρησιµοποίηση ασφαλτικών φύλλων µε οπλισµό πολυεστερικό ύφασµα µεγάλης αντοχής σε διάτρηση.

Σκλήρυνση της υγροµόνωσης (Γήρανση).
Οφείλεται στη χρησιµοποίηση ασφαλτικών φύλλων κακής ποιότητας µε µικρή περιεκτικότητα σε πρόσθετα. Καταδεικνύει κακή ποιότητα ασφαλτικού µίγµατος.
Παρουσιάζεται ιδιαίτερα έντονα σε υγροµονώσεις µε ασφαλτικά φύλλα οξειδωµένης ασφάλτου.

Φουσκώµατα
Η αιτία είναι η εγκλωβισµένη υγρασία. Οφείλεται σε διάφορες αιτίες όπως παρουσία νερού ή υγρασίας στο υπόστρωµα, εφαρµογή µε βροχερό καιρό, εγκλωβισµός αέρα κάτω από το
ασφαλτικό φύλλο, χρήση φλόγιστρου λιγότερο από όσο επιβάλλεται και µερικές φορές από τον οπλισµό του ασφαλτικού φύλλου αν περιέχει σηµαντική ποσότητα υγρασίας και δεν υπάρξει
διαδικασία απαγωγής της κατά την παραγωγή. Η εγκλωβισµένη υγρασία µε την αύξηση της θερµοκρασίας του περιβάλλοντος µετατρέπεται σε υδρατµό και αντίθετα επανέρχεται στην αρχική
µορφή µε τη µείωση της θερµοκρασίας. Η εναλλαγή αυτή δηµιουργεί κίνδυνο ρήξης της υγροµόνωσης.

Υφαρπαγή από τον άνεµο.
Παρουσιάζεται σε περιπτώσεις υγροµονώσεων που δεν έχουν επικολληθεί σωστά στο υπόστρωµα, λόγω της υποπίεσης που δηµιουργεί στην επιφάνεια της υγροµόνωσης ο
δυνατός άνεµος. Τα παραπάνω αναφερόµενα προβλήµατα παρουσιάζονται περισσότερο έντονα στις υγροµονώσεις µιας στρώσης, οι οποίες άλλωστε είναι και περισσότερο ευπαθείς στην εισροή νερού αν
κάποιο από τα προβλήµατα υπάρχει. Αντίθετα στις υγροµονώσεις πολλαπλών στρώσεων, οι επόµενες, µετά την πρώτη, στρώσεις επιτρέπουν την αποκατάσταση των αστοχιών που θα έχει πιθανά η πρώτη
στρώση. Από στατικές έρευνες που έχουν γίνει έχει προκύψει ότι οι υγροµονώσεις µονής στρώσης παρουσιάζουν σχεδόν διπλάσιο ποσοστό αστοχιών από αυτές πολλαπλών στρώσεων (68% έναντι
32%).

Κατηγορίες προκατασκευασµένων ασφαλτικών φύλλων

Ασφαλτικά φύλλα οξειδωµένης ασφάλτου.
Πρόκειται για ασφαλτικά φύλλα που παράγονται από µίγµα οξειδωµένης ασφάλτου, το οποίο εµποτίζει ένα ή περισσότερους οπλισµούς. Τα ασφαλτικά
φύλλα αυτής της κατηγορίας αντικατέστησαν στο τέλος του περασµένου αιώνα τα πισσόχαρτα για στεγάνωση δωµάτων του παρόντος κώδικα. Σαν βασικά µειονεκτήµατα αναφέρονται η ευαισθησία
στην υπεριώδη ακτινοβολία, η αρνητική επίδραση του όζοντος της ατµόσφαιρας, η αδυναµία που έχουν στην αντοχή σε χαµηλές θερµοκρασίες (παγετός, χιόνι) και η µικρή διάρκεια ζωής λόγω
γήρανσης του µίγµατος παραγωγής. Στις σηµερινές συνθήκες τα προκατασκευασµένα ασφαλτικά φύλλα οξειδωµένης ασφάλτου χρησιµοποιούνται σαν φράγµα υδρατµών και σαν πρώτη στρώση σε
συστήµατα πολλαπλών στρώσεων µε σκοπό τη µείωση του κόστους.

Ασφαλτικά φύλλα τροποποιηµένης ασφάλτου µε πολυπροπυλένιο (APP modified).
Η προσθήκη πλαστοµερών ρητινών πολυπροπυλενίου (APP), δηµιουργεί ασφαλτικό µίγµα περισσότερο πλαστικό και ανθεκτικό στις υψηλές θερµοκρασίες. Ο τύπος αυτός των ασφαλτικών φύλλων επιδέχεται
επικόλληση µε τη χρήση φλογίστρου. Η χρησιµοποίηση οξειδωµένης ασφάλτου (εν θερµώ) για την επικόλληση δεν δηµιουργεί γενικά καλή πρόσφυση στα υποστρώµατα. Είναι ανθεκτικά στην υπεριώδη
ακτινοβολία και µπορούν να αποτελέσουν τελευταία στρώση υγροµονωτικού συστήµατος χωρίς προστασία (επικάλυψη). Αντέχουν σε θερµοκρασίες µέχρι 150°C. Εχουν µεγάλη ευκολία στην
εφαρµογή.

Ασφαλτικά φύλλα τροποποιηµένης ασφάλτου µε συνθετικό λάστιχο (SBS modified).
Η προσθήκη ελαστοµερών υλικών (SBS) δηµιουργεί µίγµα περισσότερο ελαστικό και κατά συνέπεια ανθεκτικότερο σε χαµηλές θερµοκρασίες. Ο τύπος αυτός επιδέχεται επικόλληση µε οξειδωµένη (θερµή) άσφαλτο
χωρίς να απαγορεύεται η χρήση φλογίστρου. Δεν αντέχουν ιδιαίτερα στην υπεριώδη ακτινοβολία, άρα δεν συνιστάται να χρησιµοποιούνται σαν τελευταία στρώση υγροµονωτικού συστήµατος χωρίς
προστασία (επικάλυψη). Αντέχουν σε θερµοκρασίες µέχρι 120 οC.

Κριτήρια επιλογής ασφαλτικών µεµβρανών
Οι στεγανώσεις δωµάτων µε ασφαλτικές µεµβράνες σε µια ή δύο στρώσεις, απαιτούν ορισµένα κριτήρια επιλογής τους, που οδηγούν στην ασφαλέστερη τεχνική λύση και στην πλέον οικονοµική. Τα
κριτήρια αυτά είναι συνάρτηση των κανόνων της τέχνης και της εφαρµογής των ασφαλτικών µεµβρανών, εξαρτώνται από τα φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά τους και τους επόµενους
παράγοντες οι οποίοι οδηγούν σε συγκεκριµένο είδος ασφαλτικών µεµβρανών.

Κριτήριο διάρκειας ζωής στεγανωτικού συστήµατος(γήρανση υλικών).
Η διάρκεια ζωής µίας στρώσης ενός στεγανωτικού συστήµατος είναι πάντα σηµαντικό κριτήριο επιλογής για τις ασφαλτικές µεµβράνες, ιδιαίτερα όταν αυτές είναι εκτεθειµένες σε θερµικές µεταβολές και στην υπεριώδη
ακτινοβολία. Μεταξύ των µεµβρανών οξειδωµένης ασφάλτου, των µεµβρανών ελαστοµερούς ασφάλτου (SBS) ή των µεµβρανών ελαστοπλαστικής ασφάλτου (ΑΡΡ), πρέπει να προτιµούνται οι δύο
τελευταίες κατηγορίες, ιδιαίτερα όταν πρόκειται να τοποθετηθούν στο δώµα χωρίς στρώση προστασίας και κύρια σε θερµοµονωτικό υπόστρωµα όπου τότε οι µεµβράνες πρέπει να φέρουν αυτοπροστασία
(ορυκτές ψηφίδες, µεταλλική).

Κριτήριο του αριθµού των στεγανωτικών στρώσεων.
Όταν επιλέγεται να κατασκευαστεί η στεγάνωση µε µία ασφαλτική µεµβράνη αυτή θα πρέπει να είναι ελαστοµερούς ή ελαστοπλαστικής ασφάλτου, µε φορέα µη υφαντό πολυεστερικό ύφασµα βάρους 250gr/m2 και πάχους τουλάχιστον 3mm ή βάρους 4kg/m2 µε αυτοπροστασία. Η µεµβράνη αυτή είναι απαραίτητη όταν το δώµα δεν έχει στρώση προστασίας. Στην περίπτωση χρησιµοποίησης δύο ασφαλτικών µεµβρανών η πρώτη
µεµβράνη µπορεί να είναι οξειδωµένης, ελαστοµερούς ή πλαστοµερούς ασφάλτου βάρους 3kg/m2 , µε φορέα υαλοπίληµα και η δεύτερη ελαστοµερούς, πλαστοµερούς ή ελαστοπλαστικής ασφάλτου βάρους
4kg/m2 , µε φορέα µη υφαντό πολυεστερικό ύφασµα βάρους 180gr/m2.

Κριτήριο επικαλύψεων ασφαλτικών µεµβρανών στη φάση παραγωγής.
Πρέπει να επιλέγονται µεµβράνες που έχουν σαν επικάλυψη στην κάτω επιφάνειά τους φιλµ πολυαιθυλενίου διότι προσφέρουν καλύτερη συγκόλληση των ρόλλων µεταξύ τους, ιδιαίτερα όταν χρησιµοποιείται
φλόγιστρο. Σε µεµβράνες µε επικάλυψη χαλαζιακή άµµο υπάρχει κίνδυνος αστοχίας στη συγκόλληση των φύλλων µεταξύ τους.

Σηµείωση: Το φιλµ πολυαιθυλενίου όταν χρησιµοποιείται σαν επικάλυψη για την πάνω επιφάνεια της ασφαλτικής µεµβράνης πρέπει να είναι τρυπηµένο κατάλληλα ώστε να εξασφαλίζει την αναπνοή του
ασφαλτικού µίγµατος. Σε ορισµένες περιπτώσεις που δεν επιτρέπεται η χρήση φλογίστρου διατηρείται ο παραδοσιακός τρόπος επικάλυψης µε χαλαζιακή άµµο και η επικόλληση γίνεται µε την βοήθεια
θερµής ή ψυχρής ασφαλτόκολλας. Ο πολυεστερικός οπλισµός των ασφαλτικών µεµβρανών που επικολλούνται µε χρήση φλογίστρου πρέπει να βρίσκεται πάνω από το µέσο του πάχους της
µεµβράνης ώστε να αποκλεισθεί το κάψιµό του από το φλόγιστρο. Δεν υπάρχει τέτοιο πρόβληµα όταν η ασφαλτική µεµβράνη έχει οπλισµό υαλοπίληµα που είναι άκαυστο.

Κριτήριο υποστρώµατος του στεγανωτικού συστήµατος.
Το κριτήριο αυτό έχει σχέση µε τον τρόπο εφαρµογής των ασφαλτικών µεµβρανών πάντα σε συνδυασµό µε την ύπαρξη ή όχι στρώσης προστασίας

Σηµείωση: Οι ασφαλτικές µεµβράνες πρέπει να αντέχουν χωρίς ρηγµατώσεις στις γενικές και τοπικές παραµορφώσεις του υποστρώµατος όπου είναι τοποθετηµένες και ειδικά σε αυτές που δηµιουργούνται
στην επιφάνεια µεταξύ µεµβράνης και υποστρώµατος, όταν σε αυτό εµφανίζονται ρηγµατώσεις ή αυξοµειώσεις µεταξύ των αρµών των θερµοµονωτικών πλακών που χρησιµοποιούνται σαν υπόστρωµα
στεγανωτικής στρώσης. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι εργαστηριακές δοκιµές σε καταπόνηση ασφαλτικών µεµβρανών στις παραπάνω παραµορφώσεις υποστρώµατος διαφέρουν σηµαντικά από τις
επί τόπου δηµιουργούµενες καταπονήσεις.